- Αζτέκοι
- Ιθαγενής λαός του Μεξικού, που από τον 14ο έως τον 16ο αι. επέβαλε την κυριαρχία του σε μεγάλο μέρος της Κεντρικής Αμερικής. Για την προέλευση και την αρχική ιστορία της φυλής αυτής έχουν δημιουργηθεί πολυάριθμοι θρύλοι. Σύμφωνα με έναν από αυτούς, οι Α. πίστευαν ότι προέρχονται από το Αζτλάν, περιοχή που άλλοι την ταυτίζουν με την Καλιφόρνια, άλλοι με τη σημερινή πολιτεία των ΗΠΑ Νιου Μέξικο, άλλοι με τη Φλόριντα και άλλοι με την Ασία. Η επικρατέστερη παράδοση θεωρεί ότι ξεκίνησαν από την αρχική τους κοιτίδα, μαζί με άλλες φυλές που μιλούσαν τη γλώσσα ναχούα, λίγο μετά το 1000 μ.Χ. Γύρω στο 1300 και ύστερα από αγώνες και στερήσεις, έφτασαν στη σημερινή Κοιλάδα του Μεξικού. Καθώς καταδιώκονταν συνεχώς από τους αυτόχθονες πληθυσμούς, διάλεξαν ως τελευταίο καταφύγιο το ύψωμα Τσαπουλτεπέκ και τις μεγάλες λίμνες και τους βάλτους της περιοχής.
Εκείνη την εποχή τους κυβερνούσε ένας αρχηγός ο οποίος ονομαζόταν Τενότς. Αυτός τους διέταξε να οικοδομήσουν μια πόλη στην πιο μεγάλη λίμνη, να χτίσουν τα σπίτια πάνω σε πασσάλους και να τα συνδέσουν με την ξηρά με αναχώματα. Η πόλη ονομάστηκε, από το όνομα του αρχηγού, Τενοτστιτλάν και σύμφωνα με τις πιο αξιόπιστες ερμηνείες τελειοποιήθηκε στις κύριες γραμμές της γύρω στο 1370 (τελικά την κατέστρεψε ο Κορτές, ο οποίος ίδρυσε στη θέση της, το 1521, την Πόλη του Μεξικού). Το 1376, με την ονομασία του πρώτου βασιλιά Ακαμιπίτστλι, αρχίζει η ιστορία της αζτεκικής μοναρχίας, που αριθμεί έντεκα βασιλιάδες έως το έτος 1521, οπότε και εξαφανίστηκε τελικά από τους Ισπανούς.
Οι σημερινοί Α. είναι οι Ναχούα, πληθυσμοί που μιλούν τη γλώσσα ναχουάτλ και αποτελούν ακόμα τον κύριο πυρήνα του ιθαγενούς πληθυσμού του Μεξικού στα Ν του Τροπικού. Κατέχουν κυρίως τις επαρχίες προς τον Ειρηνικό και φτάνουν έως το μεξικανικό οροπέδιο και τα βόρεια παράκτια διαμερίσματα. Από τις διάφορες απογραφές προκύπτει ότι τη γλώσσα ναχουάτλ μιλούν περίπου 1.000.000 άτομα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και οι μιγάδες.
Κοινωνική και πολιτική οργάνωση. Όταν οι Α. εγκαταστάθηκαν στην Τενοτστιτλάν, ήταν χωρισμένοι σε 20 ομάδες ή φατρίες (Καλπούλι). Η καλλιεργήσιμη γη μοιραζόταν κληρονομικά στα μέλη της κάθε ομάδας, την οποία αντιπροσώπευε ο Καλπολέκ στην κεντρική εξουσία.Ο καταμερισμός της εργασίας στην κοινωνία των Α. ήταν επίσης κληρονομικός: σε ορισμένες οικογένειες των φατριών είχαν ανατεθεί έργα υψηλότερα, όπως η κατανομή της γης, η οργάνωση και η κατεύθυνση της φατρίας· τα μέλη άλλων οικογενειών, αντίθετα, είχαν ως απασχόλησή τους τη χειρωνακτική εργασία.
Αυτή η αμετάβλητη κατανομή των κοινωνικών λειτουργημάτων που υπήρχε στους κόλπους κάθε φατρίας, αντιστοιχούσε στη διαφορετική θέση που οι διάφορες φατρίες κατείχαν στη διάρθρωση της φυλής. Πραγματικά, μόνο έξι φατρίες είχαν το δικαίωμα να στέλνουν τα παιδιά τους στο Καλμενάκ, στο σχολείο δηλαδή που προετοίμαζε τους αρχηγούς, και μόνο μία, η Ουιτσιναχούα, μπορούσε να δώσει στη φυλή τους ιερείς και τους σημαντικότερους ηγέτες. Τα παιδιά των κατώτερων τάξεων φοιτούσαν στο σχολείο της φατρίας τους, το τελποτσκάλι, όπου τους μάθαιναν τα μελλοντικά τους επαγγέλματα και τα διαπαιδαγωγούσαν με ένα άκαμπτο σύστημα, ώστε να συνηθίσουν στην υπακοή και στην υποταγή.
Στην κορυφή του κυβερνητικού συστήματος των Α. υπήρχε ένα κρατικό συμβούλιο, το οποίο απαρτιζόταν από 12 μέλη της υψηλής αριστοκρατίας.Τον βασιλιά εξέλεγε ένα σώμα από αντιπροσώπους των φατριών. Στην αρχή τον εξέλεγαν από τα μέλη όλων των φατριών, αργότερα όμως εξέλεγαν πάντα ένα μέλος της ίδιας οικογένειας και έτσι δημιουργήθηκε μια πραγματική δυναστεία. Δίπλα στον βασιλιά, που ήταν ο ανώτατος αρχηγός σε καιρό πολέμου και έφερε τον τίτλο Τλακατεκούτλι (ηγεμόνας των ανθρώπων), υπήρχε ο Τσιχουακοάτλ,αρχηγός σε καιρό ειρήνης, με αρμοδιότητες στα θέματα εσωτερικής πολιτικής και στις δικαστικές υποθέσεις, που τον εξέλεγαν από τους συγγενείς του βασιλιά. Τόσο ο Τλακατεκούτλι όσο και ο Τσιχουακοάτλ ασκούσαν επίσης σημαντικά ιερατικά λειτουργήματα· αλλά και όλοι οι ανώτεροι λειτουργοί είχαν διπλά καθήκοντα, στρατιωτικά και θρησκευτικά.
Θρησκεία. Στους Α. η θρησκεία αποτελούσε τη βάση της ύπαρξης κάθε ατόμου: ήταν η προσδιοριστική αιτία κάθε δραστηριότητας, όπως οι διασκεδάσεις, η πολιτική, οι κατακτήσεις, και επενέβαινε σε κάθε πράξη του ανθρώπου, από τη γέννησή του έως τη στιγμή που ο ιερέας απαιτούσε το πτώμα του για να το θάψει. Ήταν λοιπόν ο ανώτατος λόγος των πράξεων των ατόμων και το θεμέλιο της κρατικής οργάνωσης. Στην αζτεκική θεοκρατία οι πολεμικοί σκοποί υποτάσσονταν στη θρησκευτική σκοπιμότητα. Σκοπός των πολέμων ήταν η κατάκτηση περιοχών που θα μπορούσαν να προσφέρουν φόρους υποτέλειας, αναγκαίους για την απόδοση τιμών στους θεούς. Οι πιο περιζήτητες προσφορές ήταν τα θύματα για τις θυσίες στους θεούς. Η θρησκεία, που υπήρξε η προσδιοριστική αιτία της ακμής του κράτους των Α., στάθηκε επίσης η μοιραία αιτία περιορισμού του πολιτισμού τους, γιατί εμπόδισε την εισαγωγή καινοτομιών και την υιοθέτηση νέων μεθόδων για την αντιμετώπιση των εισβολέων, γεγονός που οδήγησε τελικά στη διάλυσή του. Σκοπός της ήταν να προσελκύσει τις ευνοϊκές για την ανθρώπινη ύπαρξη φυσικές δυνάμεις και να απομακρύνει τις ολέθριες. Έτσι, οι ιεροτελεστίες, οι ανθρωποθυσίες, ο αυτόβασανισμός, οι τιμωρίες των πιστών, οι θυσίες, είχαν σκοπό να εξευμενίσουν αυτές τις προσωποποιημένες σευπέρτατουςθεούς δυνάμεις.
Οι λιγότερο εύπορες τάξεις είχαν υπερβολικά πολυθεϊστικές τάσεις: θεωρούσαν διαφορετικούς θεούς τις ποικίλες μορφές της ίδιας θεότητας. Η ιερατική τάξη, αντίθετα, προσπαθούσε να αποδώσει περισσότερες θεότητες σε μία και όταν υιοθετούσε τις θεότητες των λαών που είχαν νικηθεί προσπαθούσε πάντοτε να τις θεωρεί εκδηλώσεις διαφορετικές από αυτές των δικών της θεών. Οι πιο σεβαστοί θεοί ήταν οι Ουιτσιλοποτστλί, Κουετζαλκοάτλ, Τλάλοκ, Χίπε Τότεκ.
Όπως σε όλες τις ανεπτυγμένες πολυθεϊστικές θρησκείες, έτσι και εδώ ο αριθμός των θεών ήταν πολύ μεγάλος και όχι σαφώς καθορισμένος. Ένας κοσμογονικός μύθος αναφέρει ότι από τα κομμάτια πυρόλιθου που είχε πέσει από τον ουρανό γεννήθηκαν 1.600 θεότητες, οι οποίες δημιούργησαν την ανθρωπότητα, επειδή χρειάζονταν θυσίες για να υπάρξουν. Η ανθρωπότητα θα έπρεπε να είχε πλαστεί πριν από τον Ήλιο, ο οποίος δεν μπορούσε να υπάρχει χωρίς την προσφορά της καρδιάς των ανθρώπινων θυμάτων.
Οι διάφορες πηγές αναφέρουν πως μόνο στην πρωτεύουσα Τενοτστιτλάν υπήρχαν 2.000 ναοί και 5.000 ιερείς. Όσο κι αν θεωρηθούν υπερβολικοί οι αριθμοί αυτοί, είναι πάντως ενδεικτικοί. Eπικεφαλής της λατρείας ήταν ένα οργανωμένο ιερατείο, με αιρετό αρχιερέα, το οποίο χωριζόταν σε διάφορες ειδικότητες (ιδιαίτεροι ιερείς κάθε θεού, ψάλτες, τελετάρχες, ειδικοί για παράξενες ιεροτελεστίες, ιέρειες ιεραρχικά κατώτερες) με προσωρινή θητεία.Οι εκδηλώσεις της λατρείας ήταν συχνά απάνθρωπες. Σημαντική θέση κατείχαν οι ανθρωποθυσίες. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος ανθρωποθυσίας (που γινόταν ωστόσο και με στραγγαλισμό, χτυπήματα βελών, θάψιμο ή κάψιμο κλπ.) ήταν η απόσπαση της καρδιάς του θύματος με μαχαίρι από πυρόλιθο.
Οι Ισπανοί κονκισταδόρες ξαφνιάστηκαν όμως από μερικές ιεροτελεστίες που θύμιζαν τις χριστιανικές, όπως για παράδειγμα ένα είδος βαπτίσματος, η εξομολόγηση των αμαρτιών και η χρήση του συμβόλου του σταυρού.
Η αζτεκική κοσμολογία παραδεχόταν 13 ουρανούς, όπου κατοικούσαν ξεχωριστές θεότητες, και εννέα κάτω κόσμους. Όσο για τη μετά θάνατον ζωή, οι Α. πίστευαν πως διαφορετική μοίρα περίμενε τις διάφορες κατηγορίες: οι κοινοί νεκροί, έπειτα από μια περίοδο βασάνων, εξαφανίζονταν εντελώς· τα παιδιά, αφού περνούσαν μια περίοδο στον άλλο κόσμο, θα ξαναγεννιόνταν στη Γη· οι νεκροί από ορισμένες αρρώστιες, από κεραυνό ή από πνιγμό είχαν προνομιούχα μεταθανάτια ζωή· τέλος, τα θύματα των ανθρωποθυσιών πήγαιναν στον ουρανό του ήλιου, όπου ζούσαν σε τέλεια μακαριότητα.
Τέχνη. Οι Α. δεν είχαν έναν όρο για να αποδώσουν την έννοια της τέχνης, αλλά ο πολιτισμός τους δεν ήταν άμοιρος καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, μερικές από τις οποίες έχουν μεγάλη σημασία. Στον τομέα της αρχιτεκτονικής οι σημαντικότερες εκδηλώσεις ανήκουν στον χώρο της θρησκευτικής αρχιτεκτονικής. Όλες οι πόλεις των Α. κοσμούνταν με μεγαλοπρεπείς ναούς. Οι πρώτοι Ισπανοί κατακτητές μιλούν στις αφηγήσεις τους για τις μεγάλες πόλεις των Α. και τα αρχιτεκτονικά τους θαύματα. Το ανάκτορο του βασιλιά του Τετσκόπο είχε μήκος 1 χλμ. και πλάτος 800 μ., με επιβλητικούς τοίχους και μαρμάρινους πυλώνες. Οι τοίχοι των βασιλικών διαμερισμάτων ήταν επενδεδυμένοι με αλάβαστρο, χρωματιστό γύψο, χαλιά, δέρματα και φτερά.
Οι Α. πίστευαν ότι οι μεγαλύτερες θεότητες ζούσαν στον ουρανό και γι’ αυτό θέλησαν να οικοδομήσουν τους ναούς τους σε πολύ μεγάλο ύψος. Έτσι δημιούργησαν επιβλητικές πυραμίδες, στην κορυφή των οποίων τοποθετούσαν το ιερό των θεών. Μεγάλες κλίμακες, που διακοσμούνταν με ανάγλυφα και με αγάλματα, οδηγούσαν στην κορυφή. Ο τρόπος διαμόρφωσης αυτών των κτισμάτων ανάγκαζε το πλήθος να στρέφει το βλέμμα και την προσοχή του προς τον λίθο της θυσίας που βρισκόταν στην κορυφή και όπου τα θύματα περίμεναν το μαχαίρι της θυσίας.
Οι γλύπτες δημιουργούσαν ανάγλυφα και ολόγλυφα μνημειακών διαστάσεων, αλλά και γεμάτα λεπτομέρειες, με θέματα συμβολικά ή φυσιοκρατικά. Οι καλύτεροι καλλιτέχνες αφοσιώνονταν στη γλυπτική, ενώ με το σχέδιο και τη ζωγραφική, που είχαν μικρότερη σημασία στις εξωτερικές εκδηλώσεις του θρησκευτικού τυπικού, ασχολούνταν καλλιτέχνες λιγότερο επιδέξιοι.
Η λατρεία των θεών ενίσχυσε και μια αξιόλογη βιοτεχνία: τα τελειότερα σκεύη προορίζονταν αποκλειστικά για τους ναούς και για τις ιεροτελεστίες. Οι Α. τεχνίτες επέδειξαν την ικανότητά τους κυρίως στη χρήση του οψιανού και του ξύλου. Πολύ ωραία έπλαθαν και τον πηλό, που τον δούλευαν χωρίς κεραμικό τροχό και του έδιναν τέλεια σχέδια. Ακόμα και η ντόπια χρυσοχοΐα, παρότι τα προϊόντα της κατέληξαν στα ισπανικά χυτήρια, μας άφησε μερικά κομψά κοσμήματα: τα σχέδια και η μορφή που έχουν τα περιδέραια, τα σκουλαρίκια και τα δαχτυλίδια, αλλά και το περίπλοκο πλέξιμο τους δείχνουν ότι οι περιγραφές της λείας του Φερδινάνδου Κορτές (εποχή της ισπανικής κατάκτησης του Μεξικού) δεν είναι δίκαιες στις κρίσεις τους για την ομορφιά της αζτεκικής χρυσοχοΐας. Η μεταλλουργία βρισκόταν σε ένα αρχέγονο στάδιο και χρησίμευε μόνο για την παραγωγή διακοσμητικών αντικειμένων οικιακής χρήσης.
Η μακροχρόνια εμπειρία στην υφαντική τέχνη είχε επιδράσει σημαντικά στη διακόσμηση: τα ορθογώνια σχέδια, στα οποία αναγκαστικά έπρεπε να περιορίζεται ο υφαντουργός, επηρέασαν την τέχνη των Α. Η σύνθεση δηλαδή των στοιχείων είχε μεγαλύτερη σημασία από τη μορφή. Αρχαιότατη ήταν η χρήση του μωσαϊκού με φτερά. Ο τρόπος επεξεργασίας γινόταν με κατάλληλο πλέξιμο των φτερών τα οποία έφτιαχναν ένα ύφασμα. Κοσμούσαν τις ασπίδες, τους επενδύτες και τα τρόπαιά τους, τοποθετώντας φτερά, έτσι που να σχηματίζονται μορφές ζώων ή διακοσμητικά σχέδια. Παράλληλα με το μωσαϊκό των φτερών, πολύ γρήγορα εμφανίστηκε και το μωσαϊκό από πέτρες και κοχύλια: οι ξύλινες λαβές των μαχαιριών της θυσίας και των ατλ-ατλ (κοντάρια δοράτων), τα ιερατικά προσωπεία και τα μικρά ακόμη χρυσά κοσμήματα συχνά στολίζονταν με μωσαϊκό. Το μωσαϊκό το χρησιμοποίησαν συχνά και στην αρχιτεκτονική, σε μνημειακή κλίμακα.
Γενικά, η κληρονομιά των Α. στον τομέα της τέχνης θεωρείται σημαντική και η επίδραση της είναι επίσης σημαντική και σε εκείνη πολλών περιοχών της Κεντρικής και της Νότιας Αμερικής. Ιδιαίτερα στο Μεξικό, πολλοί ζωγράφοι και γλύπτες έχουν αφομοιώσει δημιουργικά αρκετά στοιχεία της αζτεκικής ζωγραφικής και γλυπτικής, που τα προσάρμοσαν στη σύγχρονη μεξικανική πραγματικότητα. Η τέχνη που προέρχεται από αυτό τον συνδυασμό, διακρίνεται για τα ζωηρά της χρώματα στη ζωγραφική και την τάση της προς την έμφαση και, κάποτε, προς έναν ιδιόμορφο ρεαλισμό, από τον οποίο δεν λείπει η ποίηση. Στη γλυπτική κυριαρχεί μια τάση
προς την παραμόρφωση, που έχει τις ρίζες της στα συχνά διογκωμένα σώματα των αγαλμάτων των διαφόρων θεοτήτων. Όχι σπάνια, τα αγάλματα αυτά χρωματίζονται με έντονα χρώματα, που τα χαρακτηρίζει η έφεση των πρωτόγονων λαών προς το εντυπωσιακό.
Αξιόλογα έργα της νεότερης αυτής ζωγραφικής και γλυπτικής υπάρχουν σε μουσεία της Πόλης του Μεξικού και θεωρούνται απότουςΑμερικανούς τεχνοκριτικούς εξαίρετα προϊόντα της αφομοίωσης του παλαιού αζτεκικού πολιτισμού από τους νεότερους συνεχιστές του Νέου Κόσμου.
Σύγχρονος αυτόχθονας Μεξικανός, ντυμένος με την παραδοσιακή ενδυμασία των Αζτέκων, στη διάρκεια τελετής. Οι Αζτέκοι στολίζονταν με διάφορα διαδήματα, περιδέραια, πόρπες και τραχηλιές, από χρυσάφι και ασήμι· ακόμα και το κεφάλι τους στόλιζαν συχνά με πολύχρομα φτερά (φωτ. Prato).
Άγαλμα του θεού των Αζτέκων, Κουετζαλκοάτλ (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο).
Ένα εξαιρετικό δείγμα αζτεκικής γλυπτικής αποτελεί το άγαλμα του Ξοχοπίλι, θεού των λουλουδιών, αλλά και προστάτη των καλών τεχνών (Εθνικό Μουσείο Ανθρωπολογίας, Πόλη του Μεξικού).
Ανθρώπινο κρανίο, σκαλισμένο σε βραχοκρύσταλλο, εξαίρετο δείγμα γλυπτικής των Αζτέκων (Εθνικό Μουσείο, Μεξικό)
Λεπτομέρεια από νωπογραφία της ακρόπολης της αζτεκικής πόλης Τεοτιχουακάν (Εθνικό Μουσείο, Μεξικό).
Αζτεκικό προσωπείο από ψηφιδωτό με περουζέδες και κοχύλια, που απεικονίζει μια θεότητα του αέρα ή του ήλιου (φωτ. Bevilacqua).
Αναπαράσταση του μεγάλου αζτεκικού ναού, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον Κουετζαλκοάτλ, τον θεό του αέρα, και υψωνόταν κοντά στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα ο καθεδρικός ναός της Πόλης του Μεξικού. Καταστράφηκε από τους Ισπανούς, κατά την εποχή της κατάκτησης (Πόλη του Μεξικού· φωτ. Sef).
Αναπαράσταση του περιβάλλοντος των Αζτέκων. Πριν από την ισπανική κατάκτηση, είχαν δημιουργήσει στην Κεντρική Αμερική ένα εκτεταμένο κράτος, που στηριζόταν σε μια μοναρχία η οποία αριθμούσε έντεκα βασιλιάδες από το 1376 έως το 1521. Οι Αζτέκοι πίστευαν ότι οι θεότητές τους κατοικούσαν στον ουρανό, γι’ αυτό και τα ιερά των θεών τα τοποθετούσαν στην κορυφή συμπαγών πυραμίδων (Πόλη του Μεξικού· φωτ. Sef).
Σελίδα αζτεκικού βιβλίου στο οποίο περιγράφεται η ίδρυση της πρωτεύουσας των Αζτέκων Τενοτσιτλάν, στο σημείο όπου ένας νομαδικός λαός θα συναντούσε έναν αετό που θα κρατούσε στο ράμφος του φίδι (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο).
Άγαλμα της θεάς των Αζτέκων Μικτλαντεκουτλί, που παριστάνεται με σώμα λεοπάρδαλης και κεφάλι νεκρού (Πόλη του Μεξικού· φωτ. Villaret).
Η θεά του θανάτου των Αζτέκων, Καατλικουέ, η οποία παριστάνεται σε αυτό το άγαλμα με στέμμα σχηματισμένο από ανθρώπινα κρανία.
Προτομή Αζτέκου πολεμιστή (φωτ. Villaret).
Dictionary of Greek. 2013.